Ρωμαίους 7:6
Στο έβδομο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής, ο Παύλος παρουσιάζει την αμαρτία σαν μια δύναμη που ανταγωνίζεται το νόμο του Θεού. Ο νόμος δεν προξενεί αμαρτία, αλλά την αντικατοπτρίζει, την φανερώνει, και την διαπιστώνει. Για παράδειγμα, όπως το θερμόμετρο δεν φέρνει τον πυρετό αλλά δείχνει την ύπαρξη του στον οργανισμό του ανθρώπου, έτσι και ο νόμος.
Η αποδοχή από μέρους μας του έργου του Χριστού ισοδυναμεί με τη θανάτωση του παλαιού εαυτού μας. Το Άγιο Πνεύμα μας ελευθερώνει από τον δεσμεύοντα νόμο της αμαρτίας που βασιλεύει στη ζωή μας “απηλλάχθημεν από τον νόμον”. Όταν ο παλαιός άνθρωπος της αμαρτίας πεθάνει μέσα μας, τότε απαλλασσόμαστε από την αμαρτία, και πλέον δεν έχει επίδραση στην ζωή μας.
Η ζωή μας τώρα συνδέεται με τον αναστημένο Κύριο και το αποτέλεσμα αυτού του νέου δεσμού είναι μία ζωή αγάπης και πρόθυμης υπακοής. Η πίστη αντικαθιστά την απιστία, η μετάνοια αντικαθιστά την σκληρότητα της καρδιάς. Και όλα αυτά πραγματοποιούνται με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος που ανανεώνει το πνεύμα, αναγεννά τον άνθρωπο, και διαφέρει από το “παλαιόν γράμμα” – τον τυπικισμό, το πνεύμα της δουλείας στην αμαρτία, και τα νεκρά έργα.
Άρα λοιπόν, στο σημείο αυτό ο Παύλος αναφέρεται περί της απαλλαγής μας από του νόμου της αμαρτίας, και όχι περί καταργήσεως του αναλλοίωτου ηθικού νόμου του Θεού.